Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιανουάριος, 2023

Η Μαίρη Κωνσταντούρου γράφει για το ΛΕΓΕ ΜΕ ΙΣΜΑΗΛ

Εικόνα
  "...το πιο σημαντικό ήταν το συναισθηματικό αποτύπωμα ενός βιβλίου στην ψυχή, ό,τι απομένει χαραγμένο επάνω της όταν κλείσει και η τελευταία σελίδα". Κλείνοντας την τελευταία σελίδα τού Λέγε με Ισμαήλ, νιώθω στην καρδιά μου χαραγμένα συναισθήματα και προβληματισμούς, τις αισθήσεις μου αφυπνισμένες από εικόνες και λόγια μοναδικά, την ψυχή μου πιο πλούσια. Με την εξαιρετική γραφή της η Τέσυ Μπάιλα μού χάρισε ένα μοναδικό ταξίδι στην όμορφη αλλά βαθιά πληγωμένη Πόλη, όχι την Πόλη των Ρωμιών και των Τούρκων, όχι την Πόλη των εχθρών, αλλά αυτή των φίλων, των συνοδοιπόρων, των Ανθρώπων. Την Πόλη που "μοιάζει με σώμα γυναίκας που τεντώνεται στα υγρά σεντόνια της Ιστορίας..." Ένα ταξίδι γεμάτο με αρώματα από μπαχάρια και άνθη, γεμάτο με χρώματα περιβολιών και μαχαλάδων, με τους ήχους του τραμ και της λατέρνας, με γεύσεις από νόστιμα γλυκά του κουταλιού και από φιλιά αγαπημένων, με τις δαντέλες να χαϊδεύουν τα δάχτυλά μου και τον αέρα του Βοσπόρου να δροσίζει το πρόσωπό μο

Ο Πάνος Τουρλής γράφει για το ΛΕΓΕ ΜΕ ΙΣΜΑΗΛ

Εικόνα
Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, λεβαντίνοι ζουν αρμονικά με τα προβλήματα αλλά και τις χαρές της καθημερινότητάς τους. Φιλίες χτίζονται, γάμοι γίνονται, το παιδομάνι χαλάει τον κόσμο με τις φωνές του. Αυτή η αρμονική ατμόσφαιρα θα σβήσει για πάντα μετά τη νύχτα της 6ης προς 7 Σεπτεμβρίου 1955 κι η Νύχτα των Κρυστάλλων που θα ζήσουν οι Έλληνες θα είναι και η αρχή του τέλους τους στην πόλη που γνώριζαν εκ γενετής για πατρίδα. «Ανάθεμά τους αυτούς που αποφασίζουν. Δε νοιάζονται για τον άνθρωπο» (σελ. 24). Η Τέσυ Μπάιλα καταγράφει στο νέο της μυθιστόρημα συναρπαστικές ιστορίες απλών, καθημερινών ανθρώπων που συγκροτούν ένα σύμπαν ομόνοιας, αγάπης, αλληλεγγύης και φιλίας. Μπαίνει στα φτωχόσπιτα και στα αρχοντικά, στις εκκλησίες και στα τζαμιά, στα μνημεία και στα νεκροταφεία, ανεβοκατεβαίνει τη λεωφόρο του Πέραν και τη γειτονιά της, παρατηρεί τα πάντα και τα ζωντανεύει με την άφθαστη λογοτεχνική της πένα. Δανείζεται για τίτλο την πρώτη φράση του μυθιστορήματος