Το μυστικό ήταν η ζάχαρη από τον δημοσιογράφο Κώστα Τραχανά

«Το μυστικό είναι η ζάχαρη», κόρη μου…». Η ζάχαρη που απαραιτήτως έβαζε στο φαί της, στα γλυκά
της, στη ζωή της. Μια σταλιά, μια πρέζα ζάχαρη, και η ζωή γίνεται πιο γλυκιά κι αντέχεται.
Αναρωτιέται κανείς πόση ζάχαρη κατάφερε να ρίξει επάνω στη δική της ζωή, η Κατίνα, το μικρό παιδί της Μαρίας Κωσταντάκαινας, πόσα τεχνάσματα επινόησε για να τη γλυκάνει, και να μπορέσει να τη ζήσει; Άξιζε τον κόπο μια τέτοια ζωή; Ποιός μπόρεσε ποτέ να τα βάλει με την αγάπη, και κατάφερε να μη χαθεί; Θα κατάφερναν ποτέ τα παιδιά να τη συγχωρήσουν για τις επιλογές της; Πόση ηδονή κρύβει ο αποχρωματισμός της ζωής; Πώς γίνεται η αυτοκαταστροφή πιο γλυκιά από την ίδια την ύπαρξη; Και τι ακριβώς υπήρξε τελικά; Θύμα μιας κοινωνικής νοοτροπίας ή ένας θύτης που αναπαρήγαγε τις ίδιες ηθικές αξίες, όπως τόσες και τόσες γυναίκες της ελληνικής επαρχίας;

Μια απαγωγή μιας δεκαεξάχρονης στην Κρήτη τέλη του 19ου αιώνα, από δεκαοκτώ κοπέλια, ένας
πατέρας που την είχε αφήσει αγράμματη, τον Σήφη Κουτσουρέλη υπολόγιζε για άντρα της, γυναίκα του αδελφού του Κωσταντή έγινε, ο λόγος στην Κρήτη που είναι νόμος ανώτερος από όλους τους άλλους, ένα ερωτικό μυστικό που έγινε φίδι και κατέφαγε τα σωθικά τους, ένας άντρας που έπαιζε βιολί κάτω από το παραθύρι της, ένα άλογο με όνομα Ρωτόκριτος, μια χαρακιά σε μια ελιά που είναι ένα δικό τους «αχ», μια φυγή στον Πειραιά, μια γριά θεία λέει το ριζικό της κοπέλας: ότι βάσανα πολλά θα περάσει, αγάπη και κατάρα, η Ρόζα η χορεύτρια, η Δραπετσώνα του Πειραιά ένα ατέλειωτο χασισοποτείο, ο Θέμελης ο φαφλατάς και ο τεμπέλης, ένας γάμος μαρτυρικός, ένας σύζυγος που κλείδωσε την ψυχή της, οι γέννες που την κούρασαν, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεων, ο τεκές του Νικήτα και η αγκαλιά της Ρόζας, η λυσσαλέα ζήλια μαζί με την αφόρητη ηδονή της καταστροφής, ο άντρας που ζούσε μια δεύτερη ζωή, ο γιός με την ψυχή γεμάτη χαρακιές, που ήταν η σανίδα σωτηρίας της, το τσαλαπάτημα της ψυχής της Κατίνας, η απώλεια των ονείρων και η εικόνα των τραυματισμένων ψευδαισθήσεων….., όλα αυτά συνιστούν την υπόθεση αυτού του έργου.
Σαν η ζωή παίζει με τους ανθρώπους μοιάζει με παραμύθι. Μια που αρχίζεις να το μιλείς το παραμύθι δεν ξέρεις αν θα έχει δράκους ή πριγκιπόπουλα…
Τα παραμύθια έχουν τέλος καλό. Τούτο που ζήσανε αυτοί οι άνθρωποι ήταν ένα εφιάλτης. Και οι
εφιάλτες γίνονται στοιχειά και τρώνε την ψυχή τους. Μια Κρητική μαντινάδα λέει χαρακτηριστικά:

«Καμιά φορά μονάχα ο θάνατος μπορεί να ξεκουράσει
Τη δύστυχη που΄χει πολλά μες στη ζωή περάσει».

Μια συγκλονιστική ιστορία για μια γυναίκα που έμαθε να ρίχνει λίγη ζάχαρη στις πληγές της κι έτσι να μπορεί να τις γλείφει….

Ένα μυθιστόρημα για την προπολεμική Κρήτη και τις προσφυγικές συνοικίες του Πειραιά μετά τον
Πόλεμο, ένα μυθιστόρημα για τα πέτρινα εκείνα χρόνια, ποτισμένο με εικόνες, γεύσεις, μυρωδιές και μνήμες.`
Η Τέσυ Μπαίλα κατάγεται από τις Κυκλάδες, αλλά γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε Ιστορία
Ελληνικού Πολιτισμού και Μετάφραση Λογοτεχνίας. Ασχολείται και με τη φωτογραφία. Είναι συντάκτρια του λογοτεχνικού περιοδικούς «Κλεψύδρα». Άλλα έργα της είναι: «Το πορτραίτο της Σιωπής» και «Το παραμύθι της Βροχής».
Κώστας Τραχανάς
http://www.maxitisartas.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=6834:politismos&catid=4:politismos&Itemid=7

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές από τον Δημήτρη Κώτσο

ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΕΙΣ ΤΑΝ ΠΟΛΙΝ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ