ΤΟ ΛΥΚΑΥΓΕΣ ΤΟΥ ΡΑΔΑΜΑΝΘΥ/ ΤΙΤΟΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ

«Όταν της θύμησης η πόρτα κλείσει,


Ο αυγερινός θ’ ανατείλει

Κι η λευκοφορεμένη κοπέλα

Του νου τις χίμαιρες θ’ απολύσει».

Μια λευκοφορεμένη κοπέλα για τον ποιητή Τίτο Μαρκόπουλο η Ποίηση και είναι αυτή που προκαλεί τα κινήματα ψυχής στη γραφή και δημιουργεί την αισθητική απόλαυση στον αναγνώστη.

Ένα έργο τέχνης και μάλιστα ποιητικό δεν μπορεί παρά να είναι μια βαθιά, ενδόμυχη ομολογία, την οποία εκφράζει κανείς με τη μορφή μιας ανάμνησης, ενός γεγονότος ή μιας εμπειρίας. Καταλήγει ωστόσο πάντα αυτόνομο κι αυτή ακριβώς η αυτονομία είναι που δημιουργεί την απαραίτητη γοητεία του. Πέρα όμως από αυτό υπάρχει πάντα μια οργανωτική αρχή που διέπει το σύνολο του έργου κι αυτή στο συγκεκριμένο ποιητικό έργο αναμφίβολα είναι η φιλοσοφία και η μουσική, καθώς τα ποιήματα βρίθουν μιας άλλοτε κρυμμένης κι άλλοτε φανερής μουσικότητας που δίνει στο ποίημα έναν εσωτερικό ρυθμό.

Ο Τίτος Μαρκόπουλος, ορμώμενος από την ελληνική ποιητική και φιλοσοφική παράδοση, διαμορφώνει ένα ποιητικό χώρο, κάνοντας παράξενους συνδυασμούς, κάτι που φαίνεται τόσο στα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται όσο και στις συγκεκριμένες επιλογές λέξεων που κάνει. Από τον Νοστράδαμο στον Τειρεσία, από τον Πλάτωνα και τον Πυθαγόρα στον Όμηρο και πάλι απ’ την αρχή και από την Πυθία στον Καρυωτάκη και τον Οδυσσέα Ελύτη, χρησιμοποιώντας διακειμενικές αναφορές, για να ενισχύσει τη δυναμική της έκφρασής του, τα ποιήματά του κινούνται όπως ο ίδιος γράφει σε ένα υπερσφαιρικό όνειρο. Συγγραφείς που άγγιξαν τα διαβάσματά του άφησαν το αποτύπωμά τους στη γραφή του, έτσι ψήγματα λόγων μεγάλων προσωπικοτήτων ιχνηλατούνται, τοποθετημένα στο κείμενο ενός νέου ανθρώπου και συγγραφέα, τονίζοντας τη συνεχή ύπαρξή τους στη λογοτεχνική μας παραγωγή Μέσα στις σελίδες του βιβλίου του αφήνει εντέχνως να διαφανεί η προσωπική του παιδεία και μας συνιστά έναν τρόπο γραφής γνήσιο συνεχιστή του ελληνικού ποιητικού λόγου.

«Κι έτσι το παρελθόν έγινε παρόν.

Και το παρόν μέλλον

Σκαλωμένο στον σκληροτράχηλο τροχό της ζωής

Με μια γεύση επίπικρη για το ΑΥΡΙΟ».

Ο ποιητής στοχεύει σε μια ανασύσταση των πραγμάτων, χαρακτηριστικό άλλωστε της ίδιας της ποίησης, μύστης μιας Άνοιξης που θα έρθει μέσα από την τέχνη σε κάθε της μορφή. Για να πετύχει το στόχο του διαλέγει με προσοχή τις λέξεις που χρησιμοποιεί, έτσι ώστε βαλμένες η μια δίπλα στην άλλη να πετυχαίνουν ένα ηχητικό αποτέλεσμα ιδιαίτερης αισθητικής αξίας.

Είναι φανερό ότι θέλει να ωθήσει τον αναγνώστη σε μια αργή και προσεκτική ανάγνωση, για να του επιτραπεί η απόλαυση του ποιητικού αποτελέσματος. Οι λέξεις διαλέγονται με μαεστρία, με ακρίβεια και γίνονται η γενετική μήτρα των εκφραστικών συμβόλων που διαλέγει ο ποιητής, προκειμένου να πραγματοποιήσει την υπάρχουσα ιδέα. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο Τίτος Μαρκόπουλος πιστεύει ότι η ποίηση είναι το ήθος της γλώσσας και με αυτή την πεποίθηση προσεγγίζει με ιδιαίτερη ευγένεια την πολύχρονη χρήση κάθε λέξης και την αναδεικνύει.

Με εκφραστική ευθυβολία συναρμολογεί τις λέξεις που χρησιμοποιεί, επιτυγχάνοντας μια λεπταίσθητη ισορροπία στις ποιητικές συνθέσεις που συγκροτούν τον καλαίσθητο τόμο. Αν και τα ποιήματα διαθέτουν μια υπαρκτική ετερότητα εντούτοις, μπορούν να αυτονομηθούν χωρίς να διασαλευθεί το σύνολο της συλλογής.

Η ποίηση ισοδυναμεί με το όνειρο. Με τη μοιραία καταβύθιση σε ένα ποιητικό βυθό στον πυθμένα του οποίου ο αναγνώστης διακρίνει φιλντισένια τα κοχύλια της λυρικής δύναμης του ποιητικού λόγου. Και στον ποιητικό βυθό του Τίτου Μαρκόπουλου ο αναγνώστης ανακαλύπτει την κρυμμένη μουσική των πραγμάτων, τον εκφραστικό πλούτο μιας ιδέας που μάχεται να γοητεύσει την ψυχή όσων έμαθαν να αποκρυπτογραφούν τα μυστικά της σύμβολα.

Για τον Οδυσσέα Ελύτη η Ποίηση είναι: «ένας άλλος τρόπος να βλέπεις τα πράγματα. Το αναποδογύρισμά τους και η καλή τους μεριά αδιαχώρητα».

Ένας άλλος τρόπος να βλέπεις τα πράγματα είναι και η ποίηση του Τίτου Μαρκόπουλου, ή καλύτερα ένας οδηγός, για να μπορείς να δεις καλύτερα τους ορίζοντες που απλώνονται μπροστά σου, αφού: «ο ποιητής δείχνει και η ορατότητα μεγαλώνει!»

Και στο βιβλίο του αυτό ο Τίτος Μαρκόπουλος δείχνει εκ νέου τη δύναμη της ποιητικής ορατότητας που υπάρχει, που εξαπολύει τη μαγεία μιας γλωσσικής δημιουργίας, αφήνοντας τον αναγνώστη να εξαργυρώνει τη δύναμη της ομορφιάς του λόγου.

Στις σύγχρονες κοινωνίες η ποίηση μοιάζει να μην έχει πια θέση και χρειάζεται τόλμη εκ μέρους ενός νέου δημιουργού, για να κατορθώσει να δημιουργήσει εκείνο το ποιητικό ξέφωτο, όπου λάμπει ο κροκόμορφος δίσκος, μέσα στην καρδιά του πυκνού δάσους της γενικότερης αδιαφορίας. Ίσως γι αυτό η επίπικρη γεύση του αύριο που ο ίδιος αναφέρει. Μοιάζει στις μέρες μας ο ποιητής να έχει χάσει τη δυνατή φωνή του, αλλά συχνά είναι η σιωπή ο λόγος του ποιητικού έργου που πρέπει να ακούσουμε, για να μας αποκαλυφθεί η ηχηρή φωνή της. Στα ποιήματά του ο Τίτος Μαρκόπουλος συνθέτει μια δυνατή σιωπή που ο ήχος της δημιουργεί ήχους, οσμές, χρώματα και ιδέες σε απαράμιλλη ισορροπία και ομορφιά. Άλλωστε η  ικανοποίηση μέσω των αισθήσεων είναι ο απαραίτητος συνδυασμός για την όρθωση του ωραίου σε κάθε επίπεδο καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Με τη βαριά συναίσθηση ότι θα πρέπει να υπάρχει μια ιδιαίτερη αναλογία στο πνευματικό του επίτευγμα, για να βρει ο αναγνώστης το μονοπάτι για το δικό του ξέφωτο, χαράζει τη δική του αλήθεια κι αφήνει όλους εμάς να την αναζητούμε με τη βεβαιότητα ότι θα γίνουμε ικανοί να αφουγκραστούμε τους πόθους του. Επειδή πρέπει πάντα εμείς να βρούμε το δρόμο για το ξέφωτο της ελπίδας στη ζωή κι αυτό πάνω από όλα προϋποθέτει να μπούμε στο δάσος, όσο πυκνό κι αν μοιάζει. Κάπως έτσι το ταξίδι του Ραδάμανθυ ξεκινά μέσα στο Λυκαυγές της νεότερης τέχνης, για να ανακαλύψει, πρώτα ο ίδιος κι ύστερα εμείς, την πεμπτουσία της ιδέας του.

Προσωπικά θα ήθελα να τον ευχαριστήσω που μου εμπιστεύτηκε την παρουσίαση αυτού του βιβλίου του και να του ευχηθώ να έχει ούριο άνεμο και να είναι καλοτάξιδο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές από τον Δημήτρη Κώτσο

ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΕΙΣ ΤΑΝ ΠΟΛΙΝ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ