ΑΝΤΙΚΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΜΑΓΕΙΑ ΤΩΝ ΑΙΘΕΡΩΝ

Ένα αφιέρωμα στους γλάρους των ονείρων μας!

 Αλήθεια, ποιο ερωτευμένο χάδι ν’ άγγιξε απαλά με το δοξάρι του τη σιωπή ενός βιολιού για πρώτη φορά κι έστειλε το γλάρο της μουσικής πάνω από τους ανθρώπους να αργοπλεύσει; ΤΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ.

Ξημέρωμα σε κάποιο αιγαιοπελαγίτικο ακρογιάλι. Στην κραταιά παντοδυναμία του ήλιου που δειλά απλώνει το πρώτο του φως, σα μέλι ζεστό, επάνω στα διάφανα κύματα, ο ήχος μιας βάρκας που έρχεται από μακριά και διασχίζει το νερό, για να μπει στο μικρό λιμανάκι του νησιού είναι ο μόνος που διαταράσσει τη γαλήνη του πρωινού.

Από τον αντικρινό βράχο ένα σμάρι θαλασσοπούλια έχουν στήσει καρτέρι και περιμένουν τη στιγμή που θα φανεί πίσω από το μικρό νησί, που λικνίζεται μεσοπέλαγα στην υδάτινη αγκαλιά του ορίζοντα, για να πετάξουν μαζί, ίδια κι απαράλλαχτα όπως κάθε μέρα, προς το μέρος της, να την προϋπαντήσουν.
Άργησε σήμερα να φανεί στο βάθος της κυανής γραμμής κι ανησυχία έχει πλημμυρίσει τους φτερωτούς της φίλους. Στέκονται με το κεφάλι ψηλά, αγναντεύοντας προς τη θάλασσα, κοιτάζοντας όλοι στην ίδια κατεύθυνση και περιμένουν γουργουρίζοντας. Τη στιγμή που αρχίζει να βγαίνει πίσω από τα τελευταία βράχια το μικρό πλοιάριο, χιλιάδες γλαροπούλια, σαν ολόλευκα βέλη εξακοντίζονται και το πλησιάζουν, σκούζοντας τα καλωσορίσματα.
Η σκηνή αυτή επαναλαμβάνεται καθημερινά, σε όλη την απέραντη ελληνική ακτογραμμή, πάντα η ίδια και απαράλλαχτα ομοιόμορφη, τόσο που στα μάτια μας το τοπίο το ίδιο αποσύρεται σιγά- σιγά κι ο νους, ανυπόταχτος αντάρτης, αρχίζει να ταξιδεύει από ερημικά ακρογιάλια σε πολύβουα λιμάνια, για να αντικρίσει την ίδια πάντοτε εικόνα.

Σκηνές της ελληνικής ναυτικής ζωής, σκουριά χαραγμένη σε κάβους κι ανθρώπους, αρμυρισμένες ψυχές ανθρώπων και γλάρων, τρικυμισμένες ωστόσο από τον ίδιο πόθο για νέα ταξίδια. Η εικόνα ενώνεται με τους ήχους σε μια αλχημεία μοναδικών στιγμών, επαναλαμβανόμενων διαχρονικά σε όλο το θαλασσινό χάρτη της Ελλάδας.
Λίγο αν αφεθεί κανείς θα μπορέσει να κρυφακούσει ανάμεσα στους φουρτουνιασμένους ήχους της πρωινής μελαγχολίας άγκυρες να «πνίγονται» στα βάθη των λιμανιών, ψαράδες να τραγουδούν, γυρίζοντας μέσα στο λιμάνι, κρωξίματα γλάρων και φωνές χαρούμενων παιδιών που αμέριμνα παίζουν στην ακροθαλασσιά.
Ένα νοερό ταξίδι που ξεκινά καθημερινά στο πρώτο φως της μέρας με καπετάνιο ένα πουλί-σύμβολο της ελληνικής ψυχής, που ελεύθερη πετά, αντικρίζοντας τη μαγεία των αιθέρων, τα αιγαιοπελαγίτικα ακρογιάλια, τα βράχια και τις θαλασσινές σπηλιές τους. Ένα ταξίδι με προορισμό την ομορφιά μια χώρας που θαλασσοκρατείται και ορίζεται από την περηφάνια ενός κύματος, όπως αυτό λάμπει στα βρεγμένα φτερά ενός γλάρου.
Επειδή αν υπάρχει ένα πουλί, που η ύπαρξή του να στοιχειοθετεί το συνειδησιακό βάθος της ψυχής ενός ολόκληρου λαού και να τον αντικατοπτρίζει, τότε για τον έλληνα αυτό το πουλί είναι ο γλάρος. Κυρίαρχος σε όλο τον αιγαιακό χώρο, μοιράζεται τις ακρογιαλιές και τους πόθους μαζί του και αποτελεί το μοναδικό σύντροφό του σε όλες τις δύσκολες ιστορικές περιόδους.
Επάνω στα ανοιχτά του φτερά, ο Έλληνας της νησιωτικής πατρίδας έχει από χρόνους πολλούς ακουμπήσει όλα του τα όνειρα. Τον συντροφεύει σε κάθε του βήμα, διακριτικά, με τη μεγαλοπρέπεια ενός συντρόφου που νοιάζεται πάνω απ’ όλα για μια μυστική συνομιλία μεταξύ τους. Ένας φύλακας άγγελος που καλωσορίζει ή κατευοδώνει πλεούμενα κι ανθρώπους, που στέκεται φρουρός ακοίμητος δίπλα τους, σηματοδοτώντας την ελληνική  ναυτοσύνη.
Βρίσκεται παντού, σε κάθε απομακρυσμένο φάρο, στα φτερά ενός ανεμόμυλου, στην είσοδο της πιο μικρής σπηλιάς, σε έναν ανεμοδαρμένο βράχο, σε κάθε κυματοστραμμένο ερημοκκλήσι, σε μέρη που δεν περιμένουν κανέναν να φανεί. Εκείνος υπάρχει εκεί, να ζυγιάζει στα φτερά του τη μοναξιά του ανθρώπου που βρέθηκε στην εσχατιά της θάλασσας κι ακροβατεί ανάμεσα στους ήχους της.
Συντροφεύει τους ναυτικούς στα ταξίδια τους, τους εργάτες στα λιμάνια τους, τους φάρους στη λησμονιά τους, τους ξενύχτηδες ψαράδες που επιστρέφουν με φορτωμένα τα δίχτυα τους κάθε πρωί. Είναι δίπλα τους κι όταν φωνάζει δε ζητιανεύει λίγο φαί αλλά την ανταμοιβή του απαιτεί, αυτή που του αναλογεί, αντίδωρο για ό,τι προσφέρει με την παρουσία του όλες εκείνες τις ώρες που σιμά τους αφουγκραζόταν μαζί τους τον ρόχθο της θάλασσας και τους καημούς τους.
Ένας λευκός νάρκισσος που καθρεφτίζεται στο γαλάζιο κάτοπτρο κι αναζητά πάντα όλο και περισσότερο ουρανό, για να ορίσει τη μοίρα των ανέμων.
Κανένα άλλο πουλί δεν πετά στους αιθέρες με τόση περηφάνια. Ανοίγει τα φτερά σε μια καλοζυγιασμένη πτήση, κατάστηθα προς τον άνεμο, κλείνει τα μάτια κι αφήνει τον αγέρα να του χαϊδεύει τα πούπουλα, με ένα αχαλίνωτο πάθος για ελευθερία. Με την ψυχή του γεμάτη γαλάζιους έρωτες και αρμυρισμένα κύματα απλώνει τα φτερά του κι ακινητεί στον αιθέρα. Ανάλαφρα πετά και χάνεται στα βάθη του ουρανού, γυρεύοντας να εξιχνιάσει το καταγάλανο άπειρο. Κι ανάμεσα σε στεριά και θάλασσα γίνεται μια ιδέα, ένα σύμβολο της ανυπόταχτης ελληνικής συνείδησης, μετατρέπεται από ένα απλό πουλί της θάλασσας και των ανέμων, των βράχων και των σπηλιών σε μια λευκή φωτεινή γραμμή στο βάθος του ορίζοντα.
Για όλους αυτούς τους λόγους, ο γλάρος έχει γίνει αντικείμενο έμπνευσης και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Από τους γλάρους του Βενέζη, έως τα γλαροπούλια του Οδυσσέα Ελύτη που «δίνουν τη γαλανή ελευθερία στον ορίζοντα» μια ολόκληρη λογοτεχνική παραγωγή τίμησε το πουλί αυτό, τονίζοντας το ρόλο του στην ψυχή κάθε Έλληνα.
Αλλά και σε άλλες μορφές τέχνες ο γλάρος έχει κατ’ επανάληψη πρωταγωνιστήσει, καθώς η ύπαρξή του αποτελεί εφαλτήριο ονειροπόλησης για μακρινά ταξίδια και τα φτερά του ένας ζωντανός ιστός, που έφτασε ως τις μέρες μας κουβαλώντας το νόστο του έλληνα για μια ατρικύμιστη παρουσία στο νησιωτικό χώρο.
Αν ισχύει η διαπίστωση ότι από ψηλά η οπτική εικόνα αλλάζει και το βλέμμα απλώνεται σε βάθος, σε έκταση και σε ύψος σε μια απεραντοσύνη διάφανη, κάνοντας τη ματιά να διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη τον καταγάλανο ορίζοντα, τότε όλοι μπορούμε να καταλάβουμε πως τα λευκά κοπάδια των γλάρων, που με αξιοζήλευτη ισορροπία ζυγίζονται στο αβυσσαλέο κενό, αντιλαμβάνονται τον κόσμο ολόγυρά μας και ποια η δική τους αντίληψη για την ομορφιά που ξεδιπλώνεται μπροστά τους.

Καθώς η προσουράνωση αποτελεί μοναδικό προνόμιο όσων μπορούν ακόμη να ονειρεύονται κι αφήνουν τις αισθήσεις τους να γεύονται την ομορφιά που υπάρχει παντού, αθέατη για τους πολλούς, υπαρκτή ωστόσο και ορατή τριγύρω μας, ας αφήσουμε όλες τις σκέψεις μας να ίπτανται πάνω από την καταγάλανη πραγματικότητα αυτής της χώρας, επιλέγοντας να διασχίσουμε τους ουράνιους δρόμους με τα φτερά ενός αιγαιοπελαγίτη γλάρου.


Σχόλια

Ο χρήστης Θωμας Γκογκος είπε…
παρα πολυ ωραιο κειμενο γεματο πλουσιεσ εικονεσ που σε παρακινουν να κλεισεισ τα ματια και να ταξιδεψεισ μαζι με τουσ γλαρουσ πανω απο την θαλασσα!!!
συγχαρητηρια κυρια Μπαιλα!!!
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Η θάλασσα είναι πηγή ζωής για την Ελλάδα, πηγή ζωής και δημιουργίας για τους Έλληνες. Είναι ευλογία για τη χώρα μας.
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
σας αντιγράφω το παρακάτωβ ποίημα του Βρεττάκου νομίζω:
Που ακούμπησες τα λευκά σου φτερά κι έγιναν γκρίζα; ρώτησε το γλάρο μια πεταλούδα
-Πέρασα από τη σκέψη ενός πικραμένου!
καλημέρα και καλή Κυριακή κ. Μπάιλα
Χριστίνα Χριστουδάκη
Ο χρήστης Roadartist είπε…
Oι γλάροι ιδιαίτερα πλάσματα, ταξιδιάρικα.. Τροφοδοτούν το όνειρο..
Πραγματικά με μαγνητίζουν, με ταξιδεύουν, τα λατρεύω..
Όπως ακριβώς έκανε και το κείμενο σου φίλη Τέσυ! Πως να μην προκαλέσει ο θαλασσινός γλάρος έμπνευση..
Καλή εβδομάδα!
Ο χρήστης Νατάσα Γκουτζικίδου είπε…
Ταξιδιάρικο πουλί ο γλάρος, συνδεδεμένος με το γαλάζιο του ουρανό και της θάλασσας, συνδεδεμένος με το γαλάζιο της Ελλάδας. Ένα πολύ ξεχωριστό αφιέρωμα μέσα από τη ματιά της Τέσυς!!
Ο χρήστης Smaragdenia είπε…
όντως, παρα πολύ ωραίο κείμενο...κι αυτή η φωτογραφία με συγκινεί πάρα πολύ, αυτή με το γλάρο πανω απο τα κυματα...Τέσυ μου, οι παραλήπτες της φωτογραφίας αυτής την έχουνε σαν φυλαχτό...φιλάκια πολλά και θερμά συγχαρητήρια.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές από τον Δημήτρη Κώτσο

ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΕΙΣ ΤΑΝ ΠΟΛΙΝ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ